Πέμπτη 28 Μαΐου 2020





Μας χωρίζει τόση πολλή απόσταση κι όμως είμαι διάφανη δίπλα σου.



Το ξύλινο παλιό ρολόι



Το ξύλινο παλιό ρολόι

Το ρίχνω μες στο τζάκι για να ζεσταθώ

- Τι να το κάνω άλλωστε -

Πολύ βαραίνουν τα ρολόγια τους τοίχους των σπιτιών

Λίγο ζεσταίνουν οι κουβέρτες

ψυχές ανθρώπων που κρυώνουν

Τρίτη 26 Μαΐου 2020

Στην εκκλησιά

 

Κάτι με τράβηξε σήμερα στην εκκλησιά

Και μπήκα να ανάψω ένα κεράκι

Έριξα το κέρμα

Πήρα το κερί

Έκανα τον σταυρό μου

Το’ σφιξα μες τη χούφτα μου

Το άναψα

Και πριν προλάβω να το βάλω μες την άμμο

Είδα την μορφή σου ήρεμη μεσ’ στη φωτιά του




Δευτέρα 25 Μαΐου 2020

Ροζ



Τα βαψα όλα ροζ για να έχουν χρώματα ευχάριστα. 

Ψέματα σου είπα πως βλέπω καλά.

Τίποτα δεν βλέπω.

Με έχει τυφλώσει το ροζ

Μ΄ εχει γραπώσει το ροζ

Έχω βυθιστεί και πνίγομαι μέσα στο ροζ.




Τα όνειρά μου



Τα όνειρά μου

Πάρτυ σε γειτονιά ανθρώπων που δεν έχουν να φάνε

Μουτζουριασμένα πρόσωπα

Ξέφρενοι χοροί 

Τα όνειρά μου 

Μάζεμα ποτηριών με κρασί και πιάτων με τυρί κι ελιά μετά από ξεφάντωμα

Σκούπισμα και πότισμα μιας αυλής με λάστιχο αργά την νύχτα

Τα όνειρά μου η σιωπή μιας νύχτας

Μια πόρτα που τρίζει

Μια φτωχή κάμαρη

Το κλείσιμο ενός παντζουριού και μια λάμπα που σβήνει

Τα όνειρά μου

Ένα δάκρυ στο μαξιλάρι μου

Τροβαδούροι στον ύπνο μου

Ηλιαχτίδες στην κάμαρή μου την αυγούλα





Σάββατο 23 Μαΐου 2020

Για πολύ καιρό δεν ήξερε πως ήταν τριαντάφυλλο.






Για πολύ καιρό δεν ήξερε πως ήταν τριαντάφυλλο. Έπαιζε στον κήπο με μια θλίψη. Σίγουρα θα ήταν κάτι λιγότερο από όλα τα άλλα τριαντάφυλλα και τα υπόλοιπα λουλούδια που υπήρχαν. Γιατί αν ήταν τριαντάφυλλο όλοι θα του χαμογελούσαν γιατί αγαπάν τα τριαντάφυλλα. Τους συγκινούν, τους ξυπνούν μνήμες και τους ταξιδεύουν. Τους κάνουν να ονειρεύονται, να ελπίζουν και να αγαπούν. Είναι τόσο όμορφα τα τριαντάφυλλα!! Όχι, όχι εκείνο πίστευε πως αποκλείεται να ήταν. Ίσως επίσης να μην είχε και τόσο ωραίο άρωμα. Ίσως τα άλλα λουλούδια να ήταν πιο ωραία. Αφού κανένας ποτέ δεν του μίλησε για το πόσο όμορφα μυρίζει. Αφού κάποτε κόντεψαν να το τσαλαπατήσουνε και να το σκοτώσουν. Ίσως το χρώμα του να μην ήταν όμορφο. Να ήταν κάποιο που το έκανε να γίνεται απαρατήρητο. Δεν τολμούσε να ρωτήσει τα άλλα τριαντάφυλλα πώς ήταν. Ούτε τα υπόλοιπα λουλούδια του κήπου αυτού. Το φόβιζε η απάντηση. Υπέθετε μόνο από τα φερσίματα. Άλλες φορές πίστευε πως ήταν κάποιο λουλούδι κόκκινο. Άλλες φορές πίστευε πως ήταν καφετί. Άλλες άσπρο… άλλες μαύρο… Περισσότερο κατέληγε στο μαύρο. Κάποιες φορές όμως σκεφτόταν μήπως ήταν κίτρινο ή πορτοκαλί. Δεν είναι άσχημο και το κίτρινο. Ούτε το πορτοκαλί. Φοβόταν πολύ να ρωτήσει τα άλλα τριαντάφυλλα. Αυτά που ήταν δίπλα του και το ζούσαν περισσότερο. Άλλωστε ποιος ξέρει αν θα του έλεγαν αλήθεια. Είχε απομονωθεί από τα άλλα τριαντάφυλλα γιατί ένιωθε πιο άσχημο. Η απομόνωση έβρισκε πως ήτανε μια λύση. Ίσως η καλύτερη. Και πως δεν είχε όπως αυτά την ίδια καλή τύχη. Άλλωστε και οι γονείς του ποτέ δεν του είχαν πει πως ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Έτσι λοιπόν ζούσε όλη του τη ζωή. Όταν ήτανε πιο νέο αγάπησε κάποια όμορφα λουλούδια και κάποια λιγότερο όμορφα, αλλά με καλή ψυχή, με πάθος πολύ. Έζησε υπέροχες στιγμές μαζί τους που δεν κρατήσαν για πολύ. Δεν κράταγε πολύ η μια στιγμή, δεν κράταγε η δεύτερη, δεν κράταγε η τρίτη…. Είδε κι απόειδε πια και το πήρε απόφαση. Τέρμα πια οι αγάπες με τα άλλα τα λουλούδια. Στιγμές υπέροχες που σβήνουν και γίνονται με μιας ασήμαντη σκόνη. Μη φανταστείτε καμιά αστερόσκονη, όχι. Ήλπιζε κάποιες φορές να γίνονταν τουλάχιστον οι εμπειρίες αστερόσκονη, αλλά μπα… Ασήμαντη σκόνη. Είδε κι απόειδε λοιπόν και έπαψε με τα άλλα λουλούδια να μιλάει. Έλεγε μόνο τα τυπικά. Καλημέρα, τι κάνετε; Καλά ευχαριστώ. Καλό σας απόγευμα. Ωραίος καιρός σήμερα. Καλή σας νύχτα. Ώσπου μια μέρα… Απόγευμα ήτανε θαρρώ. Ένα ανοιξιάτικο απόγευμα.. Ένα κοριτσάκι, εκεί που έπαιζε στον κήπο, ξάπλωσε δίπλα του. Κι αφού τραγούδησε έβγαλε ένα καθρεφτάκι. Το τριαντάφυλλό μας σάστισε!!! Δεν περίμενε ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαινε. Το καθρεφτάκι ήταν πολύ κοντά. Αν έγερνε λίγο θα έβλεπε πώς ήταν. Ώ Θεέ μου!!! Δεν το χωρούσε το μυαλό του!!! Επιτέλους θα μάθαινε πώς ήταν!!! Αλλά η καρδιά του χτυπούσε δυνατά!!! Θα μπορούσε άραγε να αντέξει την πραγματικότητα; Κι αν ήταν πολύ σκληρή; Κι αν το πονούσε αφόρητα; Και αν ντρεπόταν περισσότερο για όλη την υπόλοιπη ζωή του; Κι αν του ερχόταν να πεθάνει;!!! Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά και άρχισε να τρέμει!!! Όχι, όχι, δεν θα το κάνει… δεν θα κοιτάξει…. όχι…. Μα… είχε περιέργεια…. Άρχισε να κουνά πέρα δώθε τα φύλλα του… Ήταν κάπως νευρικό… Αρκετά θα λέγαμε… Ώσπου.. Ώσπου… την πήρε την απόφαση. Γέρνει γρήγορα και βλέπει!!! Ω θεέ μου!!! Είδε!!! Είδε!!!! Επιτέλους είδε!!! Δεν πίστευε αυτό που έβλεπε!!! Μήπως ο καθρέφτης ήταν μαγικός; Και τα έκανε να φαίνονται όλα ωραία; Κοίταξε το κοριτσάκι κι έπειτα κοίταξε το είδωλο του κοριτσιού στον καθρέφτη. Ήταν ίδιο. Μήπως ο καθρέφτης ομορφαίνει μόνο τα λουλούδια; Όχι. Μάλλον ήταν αλήθεια. Ήταν αυτό που έβλεπε!!! Ένα υπέροχο κόκκινο τριαντάφυλλο!!! Απίστευτο!!! Αυτό που συνέβαινε ήτανε απίστευτο!!! Όλη του τη ζωή την έζησε πιστεύοντας πως ήταν κάτι άλλο. Κι όμως ήταν ένα υπέροχο κόκκινο τριαντάφυλλο!!! Αλλά δεν το αγαπήσαν. Ίσως τότε να ήταν ένα υπέροχο κόκκινο τριαντάφυλλο που δεν το αγαπήσαν. Αναρωτήθηκε γιατί, αλλά δεν μπόρεσε να δώσει μιαν απάντηση. Μήπως έχει κάτι που δεν είναι αρεστό και δεν το ξέρει; Ξέρει όμως τουλάχιστον αυτό. Ότι είναι ένα υπέροχο κόκκινο τριαντάφυλλο!!! Και τώρα; Τώρα; Σκέφτεται μάλλον να συνεχίσει την ίδια τη ζωή. Γιατί έχει κάτι φαίνεται που δεν είναι αρεστό. Μήπως τελικά δεν είναι όλα τα κόκκινα τριαντάφυλλα αρεστά; Μήπως νόμιζε, αλλά έκανε λάθος; Μάλλον θα συνεχίσει την ίδια τη ζωή. Τη ζωή που έκανε. Αλλά… μπορεί και όχι. Μπορεί να αλλάξει κάτι. Θα σκεφτεί. Θα φανταστεί. Μήπως να αρχίσει ξανά να ονειρεύεται; Μήπως να αρχίσει ξανά να ερωτεύεται; Μήπως να αρχίσει πάλι να μιλά; Τι να κάνει, δεν ξέρει… Θα το σκεφτεί… 

 


Παρασκευή 15 Μαΐου 2020

Η κόκκινη βάρκα






Είμαι μια κόκκινη βάρκα μέσα σε λίμνη. 

Κόκκινη ξεθωριασμένη βάρκα. 

Ξύλινη. 

Σε λίμνη. 

Απ’ αυτές που έχουν και κουπί. 

Κάνω τις ήσυχες βόλτες μου στη λίμνη ώσπου κάποια στιγμή στα βράχια  χτυπώ. 

Αιμοpραγώ, αλλά στην κόκκινη βάρκα το αίμα δεν φαίνεται. 

Χρειάζομαι βοήθεια. 

Ίσως τα πουλιά. Ίσως οι γλάροι να με σώσουν. 

Προς το παρόν είμαι μια κόκκινη βάρκα που αιμορραγεί μέσα σε λίμνη.

Πέμπτη 14 Μαΐου 2020

Πήγαινέ με....




Πήγαινέ με εκεί που οι ψυχές των ανθρώπων σου χαϊδεύουν απαλά το πρόσωπο. Εκεί που σου κρατούν το χέρι. Εκεί πήγαινέ με. Στα ήσυχα νερά μιας λίμνης. Εκεί που ανθίζει η αγάπη και γίνεται φως.



Σάββατο 9 Μαΐου 2020

Οι μάσκες

 

 



Κάποιοι δημιουργήσαμε την μάσκα μας προσεχτικά και με πολύ μεράκι . Σιγά σιγά πιέζαμε με τα δάχτυλά μας τον χαρτοπολτό. Να δώσουμε το σχήμα. Μετρήσαμε προσεχτικά για να εφαρμόζει καλά στο πρόσωπο. Το χαμόγελο το δημιουργήσαμε αχνό. Όπως πρέπει. Όπως είναι αρεστό. Έτσι άλλωστε το έχουν οι περισσότεροι. Δημιουργήσαμε στο πρόσωπο γωνίες και στα μάγουλά μας μήλα. Γιατί έτσι αρέσει γενικά. Τα χίλια μας τα φτιάξαμε χυμώδη και μεγάλα. Έτσι αρέσουνε κι αυτά. Τα βάψαμε ζουμερό κόκκινο οι γυναίκες και οι άνδρες απαλό ροζ. Ό, τι καλύτερο. Τα μάτια μας τα κάναμε να φαίνονται κάπως μεγαλύτερα με φίνο σχήμα. Το ρουζ απαραίτητο. Στολίσαμε στην μάσκα μας λουλούδια και κάποιες γυναίκες έβαλαν και στρας. Άλλοι τα κόλλησαν κι άλλοι τα έβαψαν με πινελάκι και ακρυλικά. Δεν λείπει το χρυσό από τη μάσκα φυσικά. Οι πιο πλούσιοι κολλάνε φύλλα χρυσού. Οι πιο φτωχοί αγοράζουν χρυσό ακρυλικό. Όσα περισσότερα χρήματα διαθέτει κανείς, τόσο περισσότερα φύλλα χρυσού κολλάει. Οι μάσκες μας συνήθως είναι εντυπωσιακές. Υπάρχουν όμως και οι άλλοι. Αυτοί που είπαν «έλα μωρέ, δε βαριέσαι… δεν φοράω μάσκα. Θα βγω με το πρόσωπό μου γυμνό". Και βρέθηκαν ξαφνικά εκτεθειμένοι. Τουλάχιστον έτσι ένιωσαν. Και έψαχναν παντού να βρουν λίγο χαρτί ή κάποιο πλαστικό. Για να καλύψουνε το πρόσωπό τους. Και όταν φτιάξαν πρόχειρα μια μάσκα ανάγκης και τους κοίταξαν περίεργα, είπαν πως τέτοιου είδους μάσκες είναι της μόδας. Τις φοράν πολλοί συχνά. Είναι εναλλακτικές και δημιουργήθηκαν έπειτα από πολλή φιλοσοφία. Είναι άποψη. Και τέλος υπάρχουν και οι άλλοι. Αυτοί που είπαν «έλα μωρέ τι έγινε. Δεν θα φορέσω μάσκα». Και όταν ένιωσαν εκτεθειμένοι, κοκκίνισαν, αλλά δεν φόρεσαν. Και στάθηκαν απέναντι στους άλλους με πρόσωπο γυμνό. Ήλπισαν για κάποια κατανόηση. Οι περισσότεροι όμως τρόμαξαν. Δεν έχουν συνηθίσει τέτοιου είδους θεάματα. Κάποιοι τους είπανε τρελούς. Άλλοι απλά διαφορετικούς. Οι περισσότεροι τους άφησαν μονάχους. Ψάχνουν στον δρόμο για παρέα. Άλλοι παραιτούνται από το ψάξιμο. Κάποιοι πιο τολμηροί με μάσκες, κάνουν τους ανθρώπους με γυμνό πρόσωπο παρέα. Κάποιες φορές – σπάνια – καταφέρνουν οι άνθρωποι με το γυμνό πρόσωπο να συναντηθούνε μεταξύ τους. Τότε συνήθως κάνουνε παρέα. Βρίσκουν ένα τραπέζι στη γωνιά ενός καφέ. Πηγαίνουν σινεμά ή μαζεύονται σε σπίτι. Στις συζητήσεις τους συχνά εύχονται να γίνονταν πολλοί. Πού και πού βγαίνοντας απ’ το σπίτι τους διαπιστώνουν πως τους έβαλαν γύρω απ’ αυτό συρματοπλέγματα. Δημιουργούν τρύπες και βγαίνουν. Φωνάζουν έπειτα πως τους έβαλαν συρματοπλέγματα. Κανείς δεν τους ακούει. Φωνάζουν πως αδικήθηκαν. Κανείς δεν απαντά. Δεν είναι της ώρας. Έχουν άλλα θέματα να λύσουν. Δεν μας αφορά στο κάτω κάτω το πρόβλημα του καθενός. Μας αφορούν συλλογικά προβλήματα. Κι η αγανάκτηση και από τις δυο πλευρές δεν έχει τελειωμό. Αυτοί λοιπόν είμαστε οι άνθρωποι κι αυτές είναι οι μάσκες μας. Κι ο έχων την πιο εντυπωσιακή συνήθως μας κερδίζει.

Κυριακή 3 Μαΐου 2020

Πώς βλέπω την τέχνη



Οι δυσκολίες που βίωσε η τέχνη, αντί να την σκοτώσουν την έκαναν πιο δυνατή.

Η τέχνη δε φωνάζει.

Είναι σιωπηλή.

Δεν προσπαθεί να επιβληθεί.

Στέκεται ήσυχη για όποιον θέλει να τη δει.

Το βλέμμα της είναι ήρεμο και κάπως θλιμμένο.

Το φουστάνι της έχει το λευκό της αθωότητας και πινελιές πολύχρωμες.

Το φουστάνι της είναι φτωχό.

Μπορεί κάποιες φορές αν τύχει να σταθείς δίπλα της να την ακούσεις να παίζει βιολί.

Η τέχνη δεν είναι επαίτης ούτε θα υπάρξει ποτέ.

Τρέφεται από τη δροσιά της δημιουργίας και από την αγάπη και το χάδι των ανθρώπων.

Αν της πετάξεις καμιά πενταροδεκάρα, θα σε ευχαριστήσει, αλλά θα σου τη δώσει πίσω.

Θα σου πει πως έχει ξεδιψάσει. Θα σου πει πως δε στέκεται εκεί μόνο για εκείνην, αλλά και για σένα αν θες.

Η τέχνη δεν ζητάει τίποτα.

Κάποιες φορές χορεύει σαν φτερό στον άνεμο και το θέαμα γίνεται σχεδόν μαγικό.

Κάποιες φορές παίζει άρπα.

Δεν απαγγέλει, αλλά αν πας πιο κοντά, θα δεις πως στα τετράδιά της έχει γραμμένα ποιήματα.

Η τέχνη είναι κάπως μελαχγολική, αλλά σου χαμογελάει.

Και αν προσέξεις το βλέμμα και το χαμόγελό της και την κοιτάξεις βαθιά, θα πάρεις δύναμη.

Η τέχνη σε νοιάζεται.

Η τέχνη όμως δεν καταδέχεται καθώς την προσπερνάς να της ρίξεις λάσπη στο πρόσωπο και στο φόρεμά της.

Δεν σε έβλαψε ποτέ και απαιτεί να μην τη βλάψεις.

Αν το κάνεις θα σκουπιστεί και θα φωνάξει. Η τέχνη δεν επιτρέπει καθώς την προσπερνάς να τη σπρώξεις επίτηδες και να παραπατήσει.

Εάν το κάνεις, θα σε σπρώξει κι αυτή.

Εάν το κάνεις μπορεί να σε φτύσει.

Η τέχνη δεν ανέχεται να τη σηκώσεις μόνος σου ή με παρέα και να την ρίξεις σε ένα μπουντρούμι.

Τότε θα θυμώσει πολύ για την ανελευθερία της και θα αρχίζει να φωνάζει.

Τότε θα θελήσει να κάνει αισθητή την παρουσία της.

Γιατί η τέχνη αναπνέει καλύτερα με το φως.

Γιατί ξέρει πως τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά πρέπει να βγει και να φωνάξει «ζήτω η ελευθερία.»

Η τέχνη αν κυρήξεις πόλεμο, μπορεί να φοβηθεί, δε λέω, αλλά θα πάρει το όπλο και θα σε πολεμήσει.

Και θα προσπαθήσει να βρεθεί δίπλα σε όσους περισσότερους μπορεί για να τους ζεστάνει τη ψυχή.

Η τέχνη παρομοίασε την ειρήνη με ένα περιστέρι.

Κι αν νιώσεις θλίψη, μπορείς αν θέλεις να στρέψεις το βλέμμα σου προς αυτή.

Ξέρει ότι πονάς.

Σε κοιτάζει, σε πονάει και σου χαμογελά.

Κι αν είσαι ευδιάθετος, αν είσαι καλά, αν της κλείσεις το μάτι, θα σου χαμογελάσει ξανά.



Sunlight  Frank Weston

Το παρτι τελείωσε. Κι εγώ μαζεύω τα ποτήρια. Τις σερπαντινες και τα κομφετι. Η μουσικη έκλεισε. Πολλη χαρα. Πολλή γιορτη. Κι ομως τιποτα...