Δεν γνωρίζει πως τις νύχτες γινεται πανσέληνος και πως τα μάγουλά του είναι ροδαλά.
Πώς τα μαλλιά του είναι χρυσά.
Νομιζει πως η πανσέληνος είναι κάπου αλλού.
μα η πανσέληνος είναι τα μάτια του.
Το πρόσωπό του και τα χέρια του.
Ο, τι ακουμπά γεμιζει αστέρια.
Δεν ξέρει πως φέρει μαζί του τ' αστέρια.
Έχει καιρό στον καθρέφτη του να κοιταχτεί.
Για εκείνον γίνεται γιορτή.
Μα δεν το γνωρίζει.
Κι έτσι μες την γαλήνη του, μες την ευτυχία και την άγνοια, αφήνει το παντζούρι του γυρτό, και πλαγιάζει τη νύχτα να αποκοιμηθεί.