Τετάρτη 6 Αυγούστου 2025



Ηταν μια πολιτεια οπου οι ανθρωποι ερωτεύονταν. Και αγαπουσαν. Κι αυτη η ερωτικη αγαπη τους γινόταν μπογιά ροζ στα χερια τους και εβαφαν τους τοιχους των σπιτιων. Και των σχολειων. Και των δημοσιων κτηριων. Και των βιβλιοθηκών. Και η ροζ μπογια εμενε στα χερια τους γιατί ηταν πολλή. Και βάφαν και τις πετρες. Και ζουσαν σε έναν ροζ τοπο. Τη θάλασσα την αφηναν γαλαζια. Ομως καποιες φορες οταν τα σύννεφα γίνονταν ροζ γινόταν και η θαλασσα. Κι ετσι ήταν όλα ροζ. Τον ουρανο και τη θαλασσα δεν την πειραζαν. Ουτε τα δεντρα το πρασινο και τα λουλουδια. Ουτε τη φωτια την πείραζαν. Δεν τους αρεσαν απλως οι λευκοι και γκρίζοι τοιχοι. Ουτε τα γκρίζα βότσαλα τους αρεσαν. Για να μην εχουν ολα το ιδιο ροζ χρώμα και ειναι βαρετα δημιουργουσαν ροζ αποχρώσεις. Τα κεραμίδια των σπιτιων τα αφηναν κεραμιδι ή τα βαφαν κόκκινα. Ετσι τους αρεσε καλυτερα. Επειτα στους τοιχους τους εξωτερικους εγραφαν στιχους. Με γραμματα ωραια. Καλλιγραφικα. Οχι μουτζουρες. Δεν τους άρεσαν. Δεν υπηρχαν μουτζουρες. Ουτε βρισιες στους δρομους. "Εδω μονο αεκ μουνια και τετοια. Γαμηθειτε ολοι." Οι λεξεις στους τοιχους ειχαν ποιηση. Τα πιο προσωπικα τα ελεγαν στο αγαπημένο τους προσωπο. Δημιουργησαν στην πλατεία της πολιτειας ενα μαγικό γραμμόφωνο. Επαιζε χωρίς δίσκο γιατί ήταν μαγικό. Ηταν ροζ και εμοιαζε με λουλούδι. Το γεμισαν με ερωτηκες μελωδιες τραγουδια, στιχους και  ποιηση γεματη αγάπη. Το γραμμόφωνο επαιζε συνέχεια.  Ζητησαν κατι απο τους μαγους. Ηταν σημαντικό γι' αυτούς να μπορουν να γεμίζουν το γραμμοφωνο με μελωδιες και ποιηση και μετά τον θάνατό τους. Ετσι κι έγινε. Σε αυτη τη ροζ πολιτεια οι ανθρωποι εφευγαν από τη ζωή, αλλά ο ερωτάς τους έμενε ζωντανός. εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν»

Σάββατο 10 Μαΐου 2025




Το παρτι τελείωσε.
Κι εγώ μαζεύω τα ποτήρια. Τις σερπαντινες και τα κομφετι.
Η μουσικη έκλεισε.
Πολλη χαρα.
Πολλή γιορτη.
Κι ομως τιποτα δεν έγινε.
Η μηπως έγιναν όλα;
Είναι όλα μια γιορτη;
Και τι ειδους γιορτη ειναι αυτή;
Οταν σβηνεις το φως και δεν συμβαινει τιποτα.
Θυμαμαι μια φορα στην ταξη σβησαν τα φωτα και πηγα και αγκαλιασα τον δασκαλο.
Κατι ειναι κι αυτο.
Τουλαχιστον υπήρχε μια φλογίτσα
Ουτε λίγη απογοητευση στο βαθος.
Ουτε ενα λουλουδι μ' αγκαθια στην ψυχη.
Δεν γινεται τιποτα.
Ισως ολα να ρεουν αλλα δεν ταραζονται.
Απολυτως τιποτα.
Κρίμα.
Τοση προσπαθεια
Τοσος δρομος
Τοσος πονος
Τοσο κλαμα για μη μπορει να καψει ουτε μια τοση δα φωτιτσα.
Και το φαί δεν το βρισκω πια πολύ γευστικό.
Μηπως βρίσκομαι σε αμαξιδιο;
Και δυσκολευομαι να βρεξω τα ποδια μου στη θαλασσα;
Παρακαλω
Καποιος να με βοηθησει να παω ως τη θαλασσα.
Οχι μπορω μονη μου.
Θα συρω το αμαξίδιο.
Αλλα γιατι να παω.
Λείπει κι αυτός...
Κανενας λογος.
Τουλαχιστον να νιωσουμε τον θανατο μας.
Κατι ειναι κι αυτο.
Να χορεψουμε στον υπνο μας κρατημενοι χερι χερι.
Θα φοραω κιτρινα.
Θα σου δωσω ενα ηλιολούλουδο.
Και θα θυμηθουμε τοτε που ημασταν μικροι. Εφηβοι.
Θ' ακουσουμε το κυμα.
Κατι ειναι κι αυτο
Και θα φαμε γρανιτα χωρις να νιωθουμε.
Ισως αυτο να ειναι παντελως ασημαντο.
Η ισως να ειναι κατι κι αυτο.
Η θυμηση.
Κατι να ειναι η θυμηση.
Ισως και τιποτα.
Ο αερας απλως που φυσαει την κουρτινα.
Και μια γλαστρα που σπαει.
Κατι ειναι κι αυτο.
Ισως μια μερα καταφερουμε παλι να ζησουμε.
Ε;
Τι λες κι εσυ.

 

Σάββατο 19 Απριλίου 2025

Αν η καρδια μου ήταν αποχη
Θα επιανα ψάρια καρδιες.
Θα σου τις εδινα να τις αγγιξεις
Κι επειτα θα τις πετουσα παλι στη θαλασσα.
Να ζησουν ελεύθερες.




Στον πρώτο δάσκαλο θεάτρου

Πόσο βαθιά σε συγχώρεσα
Και πόσο αυστηρά απαγόρευσα στον εαυτό μου να σου μιλα.
Να επικοινωνεί.
Να σχετιζεται.
Με πόση σφοδρότητα μάλωσα την ψυχή μου
που χαμογέλασε τρυφερά σε έναν εγκληματία.




Όλοι οταν προσεύχονται θυμούνται τον Χριστό. Δεν σκεφτονται κι εμας που πεθάναμε από αγάπη και δεν αναστηθήκαμε ποτέ.





Όλο τον θορυβο της εβδομαδας

θα τον βάψω με το γαλάζιο της θάλασσας.

Κι επειτα θα βυθιστώ στη

σιωπή.

Εκεί...στη γαλάζια σιωπή, ήρεμη, γαλήνια, θα σε συναντήσω.




Σάββατο 22 Μαρτίου 2025


Το κεφάλι μου είναι μια τεράστια κόκκινη καρδιά.
Ολες μου οι αισθήσεις περνούν μέσα από εκείνη.
Είναι εύκολο να πληγωθεί.
Πρέπει να την προστατεύσω.
Δεν ξέρω τον τροπο για να μην είναι τόσο εκτεθημένη.
Αν ρίξω επάνω της ένα μαντιλι,
Το μαντίλι θα γεμίσει αίμα.
Η καρδιά δεν θέλει τίποτα επάνω της.
Δεν θέλει να προσπαθησεις να την κρύψεις
Θέλει να την αγαπάς.
Θέλει εκείνον να την κοιτάζει, να τη νιωθει, να την ακούει και να τη σεβεται.
Θέλει εκείνον να την αγαπά.
Η καρδιά καταθέτει τα όπλα.
Ζητάει βοήθεια απο νοσοκομείο.
Δεν ξέρει να προστατεύεται.
Πρέπει να γίνει μεγάλη αλλαγή.
Να μπει ξανά μεσα στο σώμα μου.
Κάτι ήξερε η φύση που την έβαλε εκεί.
Πού παντα τη βάζει εκεί.
Μέσα στο σώμα.
Τι ήθελα να την ξεριζωσω και να τη βάλω στο κεφάλι μου.





Ηταν μια πολιτεια οπου οι ανθρωποι ερωτεύονταν. Και αγαπουσαν. Κι αυτη η ερωτικη αγαπη τους γινόταν μπογιά ροζ στα χερια τους και εβαφαν του...